φορβή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | φορβή | οι | φορβές |
γενική | της | φορβής | των | φορβών |
αιτιατική | τη | φορβή | τις | φορβές |
κλητική | φορβή | φορβές | ||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- φορβή < αρχαία ελληνική φορβή < φέρβω (θρέφω)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφορβή θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία φορβή
|
Πηγές
επεξεργασία- φορβή - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)