υποκλοπή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.po.kloˈpi/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαυποκλοπή θηλυκό
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του υποκλέπτω
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία υποκλοπή
τηλεφωνική, ψηφιακήεπεξεργασία |