υποθερμασμένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υποθερμασμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υποθερμαίνω
Μετοχή επεξεργασία
υποθερμασμένος, -η, -ο
- → δείτε τη λέξη υποθερμαίνω
Μεταφράσεις επεξεργασία
υποθερμασμένος
|
υποθερμασμένος, -η, -ο
|