↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποεκτιμημένος η υποεκτιμημένη το υποεκτιμημένο
      γενική του υποεκτιμημένου της υποεκτιμημένης του υποεκτιμημένου
    αιτιατική τον υποεκτιμημένο την υποεκτιμημένη το υποεκτιμημένο
     κλητική υποεκτιμημένε υποεκτιμημένη υποεκτιμημένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποεκτιμημένοι οι υποεκτιμημένες τα υποεκτιμημένα
      γενική των υποεκτιμημένων των υποεκτιμημένων των υποεκτιμημένων
    αιτιατική τους υποεκτιμημένους τις υποεκτιμημένες τα υποεκτιμημένα
     κλητική υποεκτιμημένοι υποεκτιμημένες υποεκτιμημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υποεκτιμημένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υποεκτιμώ

υποεκτιμημένος, -η, -ο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία