↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υποδερμικός η υποδερμική το υποδερμικό
      γενική του υποδερμικού της υποδερμικής του υποδερμικού
    αιτιατική τον υποδερμικό την υποδερμική το υποδερμικό
     κλητική υποδερμικέ υποδερμική υποδερμικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υποδερμικοί οι υποδερμικές τα υποδερμικά
      γενική των υποδερμικών των υποδερμικών των υποδερμικών
    αιτιατική τους υποδερμικούς τις υποδερμικές τα υποδερμικά
     κλητική υποδερμικοί υποδερμικές υποδερμικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υποδερμικός < υπόδερμα

  Επίθετο

επεξεργασία

υποδερμικός, -ή, -ό

  • που βρίσκεται ή γίνεται κάτω από το δέρμα

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία