↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η υπερνατριαιμία οι υπερνατριαιμίες
      γενική της υπερνατριαιμίας των υπερνατριαιμιών
    αιτιατική την υπερνατριαιμία τις υπερνατριαιμίες
     κλητική υπερνατριαιμία υπερνατριαιμίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
υπερνατριαιμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική hypernatremia < αρχαία ελληνική ὑπέρ + νεολατινική natrium + αρχαία ελληνική αἷμα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

υπερνατριαιμία θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία