υπερδανεισμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.peɾ.ða.niˈzmos/
Ουσιαστικό επεξεργασία
υπερδανεισμός αρσενικό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
υπερδανεισμός
υπερδανεισμός αρσενικό