υπερβέβαιος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.peɾˈve.ve.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : υ‐περ‐βέ‐βαι‐ος
Επίθετο επεξεργασία
υπερβέβαιος, -η, -ο
Μεταφράσεις επεξεργασία
υπερβέβαιος
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ υπερβέβαιος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας