Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
τυρομαντεία
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
τυρομαντεί
α
οι
τυρομαντεί
ες
γενική
της
τυρομαντεί
ας
των
τυρομαντει
ών
αιτιατική
την
τυρομαντεί
α
τις
τυρομαντεί
ες
κλητική
τυρομαντεί
α
τυρομαντεί
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
τυρομαντεία
<
τυρ(ός)
+
-ο-
+
-μαντεία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
τυρομαντεία
θηλυκό
προσπάθεια
πρόβλεψης
του
μέλλοντος
βασιζόμενη στην παρατήρηση του
τυριού
Μεταφράσεις
επεξεργασία
τυρομαντεία
γαλλικά
:
tyromancie
(fr)
ιταλικά
:
tiromanzia
(it)