• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

τυροκομείο

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : τυροκομεῖον

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συνώνυμα
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τυροκομείο τα τυροκομεία
      γενική του τυροκομείου των τυροκομείων
    αιτιατική το τυροκομείο τα τυροκομεία
     κλητική τυροκομείο τυροκομεία
Κατηγορία όπως «πεύκο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
τυροκομείο < (καθαρεύουσα) τυροκομεῖον < τυροκόμος + -εῖον, μορφολογικά αναλύεται σε τυρο- + -κομείο

Ουσιαστικό

επεξεργασία

τυροκομείο ουδέτερο

  • χώρος όπου παρασκευάζεται το τυρί

Συνώνυμα

επεξεργασία
  • (παρωχημένο) κασαρία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    τυροκομείο
  • αγγλικά : cheese-dairy (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=τυροκομείο&oldid=5600403"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Οκτωβρίου 2022, στις 20:04

Γλώσσες

    • English
    • Malagasy
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Οκτωβρίου 2022, στις 20:04.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας