↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τανζανικός η τανζανική το τανζανικό
      γενική του τανζανικού της τανζανικής του τανζανικού
    αιτιατική τον τανζανικό την τανζανική το τανζανικό
     κλητική τανζανικέ τανζανική τανζανικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τανζανικοί οι τανζανικές τα τανζανικά
      γενική των τανζανικών των τανζανικών των τανζανικών
    αιτιατική τους τανζανικούς τις τανζανικές τα τανζανικά
     κλητική τανζανικοί τανζανικές τανζανικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
τανζανικός < Τανζανός + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

τανζανικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία