Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σύμπτυγμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
σύμπτυγμα
τα
συμπτύγμα
τ
α
γενική
του
συμπτύγμα
τ
ος
των
συμπτυγμά
τ
ων
αιτιατική
το
σύμπτυγμα
τα
συμπτύγμα
τ
α
κλητική
σύμπτυγμα
συμπτύγμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
σύμπτυγμα
<
συμπτύσσω
+
-μα
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ˈsim.ptiɣ.ma
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σύμπτυγμα
ουδέτερο
(
σπάνιο
)
άλλη μορφή
του
σύμπτυξη
(
σπάνιο
) η
πτύχωση
ενός
υφάσματος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
συμπτύσσω
και
πτύσσω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σύμπτυγμα