συννεφένιος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | συννεφένιος | η | συννεφένια | το | συννεφένιο |
γενική | του | συννεφένιου | της | συννεφένιας | του | συννεφένιου |
αιτιατική | τον | συννεφένιο | τη | συννεφένια | το | συννεφένιο |
κλητική | συννεφένιε | συννεφένια | συννεφένιο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | συννεφένιοι | οι | συννεφένιες | τα | συννεφένια |
γενική | των | συννεφένιων | των | συννεφένιων | των | συννεφένιων |
αιτιατική | τους | συννεφένιους | τις | συννεφένιες | τα | συννεφένια |
κλητική | συννεφένιοι | συννεφένιες | συννεφένια | |||
Προφέρεται με συνίζηση ως παροξύτονο. | ||||||
ομάδα 'ωραίος', Κατηγορία όπως «ωραίος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία επεξεργασία
συννεφένιος < σύννεφ(ο) + -ένιος
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /si.neˈfe.ɲos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : συν‐νε‐φέ‐νιος
Επίθετο επεξεργασία
συννεφένιος, -α, -ο
- (σπάνιο) φτιαγμένος από σύννεφα(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- ※ Πρόσωπο αχνό, φόντο γαλανό, μάτια χρυσαφένια
Τόσο μακρινή κι όμως κοντινή, τόσο συννεφένια
Μια νεράιδα εσύ, μια σκιά χρυσή, μέσα στη ζωή μου
Είσαι το κορμί, είσαι η ψυχή, είσαι μια απόδραση κρυφή- Απόσπασμα στίχων από το τραγούδι Μελένια, (1994) Στέφανος Κορκολής, σύνθεση: Στέφανος Κορκολής, album: Χαμένες ατλαντίδες.
- ※ Μια θάλασσα χάδια, πλημμυρίζει φιλιά
συννεφένια σεντόνια η ζεστή σου αγκαλιά.- Απόσπασμα στίχων από το τραγούδι Λίγο πριν φύγω, (2014) Κωστής Μαραβέγιας, στίχοι και σύνθεση: Κωστής Μαραβέγιας, album: Λόλα.
- ※ Πρόσωπο αχνό, φόντο γαλανό, μάτια χρυσαφένια
Μεταφράσεις επεξεργασία
συννεφένιος
|
Πηγές επεξεργασία
- συννεφένιος - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)