Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
συναλλαγμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
συναλλαγμέν
ος
η
συναλλαγμέν
η
το
συναλλαγμέν
ο
γενική
του
συναλλαγμέν
ου
της
συναλλαγμέν
ης
του
συναλλαγμέν
ου
αιτιατική
τον
συναλλαγμέν
ο
τη
συναλλαγμέν
η
το
συναλλαγμέν
ο
κλητική
συναλλαγμέν
ε
συναλλαγμέν
η
συναλλαγμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
συναλλαγμέν
οι
οι
συναλλαγμέν
ες
τα
συναλλαγμέν
α
γενική
των
συναλλαγμέν
ων
των
συναλλαγμέν
ων
των
συναλλαγμέν
ων
αιτιατική
τους
συναλλαγμέν
ους
τις
συναλλαγμέν
ες
τα
συναλλαγμέν
α
κλητική
συναλλαγμέν
οι
συναλλαγμέν
ες
συναλλαγμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
συναλλαγμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
συναλλάσσω
και
συναλλάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
συναλλαγμένος