• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

συναγωνισμένος

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

πτώση ενικός
ονομαστική συναγωνισμένος συναγωνισμένη συναγωνισμένο
γενική συναγωνισμένου συναγωνισμένης συναγωνισμένου
αιτιατική συναγωνισμένο συναγωνισμένη συναγωνισμένο
κλητική συναγωνισμένε συναγωνισμένη συναγωνισμένο
πτώση πληθυντικός
ονομαστική συναγωνισμένοι συναγωνισμένες συναγωνισμένα
γενική συναγωνισμένων συναγωνισμένων συναγωνισμένων
αιτιατική συναγωνισμένους συναγωνισμένες συναγωνισμένα
κλητική συναγωνισμένοι συναγωνισμένες συναγωνισμένα

  ΜετοχήΕπεξεργασία

συναγωνισμένος, -η, -ο

  • μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος συναγωνίζομαι


  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    συναγωνισμένος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συναγωνισμένος&oldid=4635628"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Μαΐου 2020, στις 05:24

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Μαΐου 2020, στις 05:24.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie