• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

συναίσθηση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Σύνθετα
      • 1.2.2 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η συναίσθηση οι συναισθήσεις
      γενική της συναίσθησης* των συναισθήσεων
    αιτιατική τη συναίσθηση τις συναισθήσεις
     κλητική συναίσθηση συναισθήσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, συναισθήσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

συναίσθηση < συν- + αίσθηση

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

συναίσθηση θηλυκό

  • η πλήρης επίγνωση και συνείδηση μιας κατάστασης
    είχε απόλυτη συναίσθηση της ευθύνης του

ΣύνθεταΕπεξεργασία

  • ενσυναίσθηση

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • ασυναίσθητα
  • συναισθάνομαι
  • συναίσθημα

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    συναίσθηση
  • αγγλικά : awareness (en)
  • γαλλικά : conscience (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=συναίσθηση&oldid=5550778"
Τελευταία επεξεργασία στις 26 Μαρτίου 2022, στις 08:37
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 26 Μαρτίου 2022, στις 08:37.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie