↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σουνιτικός η σουνιτική το σουνιτικό
      γενική του σουνιτικού της σουνιτικής του σουνιτικού
    αιτιατική τον σουνιτικό τη σουνιτική το σουνιτικό
     κλητική σουνιτικέ σουνιτική σουνιτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σουνιτικοί οι σουνιτικές τα σουνιτικά
      γενική των σουνιτικών των σουνιτικών των σουνιτικών
    αιτιατική τους σουνιτικούς τις σουνιτικές τα σουνιτικά
     κλητική σουνιτικοί σουνιτικές σουνιτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σουνιτικός < σουνίτ(ης) + -ικός

  Επίθετο

επεξεργασία

σουνιτικός, -ή, -ό

  • που αναφέρεται στους σουνίτες, ανήκει σ' αυτούς ή έχει σχέση μ' αυτούς

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία