↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σοσιαλίστρια οι σοσιαλίστριες
      γενική της σοσιαλίστριας των σοσιαλιστριών
    αιτιατική τη σοσιαλίστρια τις σοσιαλίστριες
     κλητική σοσιαλίστρια σοσιαλίστριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
σοσιαλίστρια < σοσιαλισ(τής) + κατάληξη θηλυκού -τρια

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σοσιαλίστρια θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε σοσιαλιστής