σκανδιναβικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σκανδιναβικός < Σκανδιναβ(ία) + -ικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Επίθετο
επεξεργασίασκανδιναβικός -ή, -ό
- σχετικός με τη Σκανδιναβία
Μεταφράσεις
επεξεργασία σκανδιναβικός