• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

σκαμμένος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Μετοχή
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο σκαμμένος η σκαμμένη το σκαμμένο
      γενική του σκαμμένου της σκαμμένης του σκαμμένου
    αιτιατική τον σκαμμένο τη σκαμμένη το σκαμμένο
     κλητική σκαμμένε σκαμμένη σκαμμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι σκαμμένοι οι σκαμμένες τα σκαμμένα
      γενική των σκαμμένων των σκαμμένων των σκαμμένων
    αιτιατική τους σκαμμένους τις σκαμμένες τα σκαμμένα
     κλητική σκαμμένοι σκαμμένες σκαμμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

επεξεργασία
σκαμμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου σκάβω

Μετοχή

επεξεργασία

σκαμμένος, -η, -ο

  • → δείτε τη λέξη σκάβω

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    σκαμμένος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=σκαμμένος&oldid=5513105"
Τελευταία επεξεργασία στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 14:46

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 3 Φεβρουαρίου 2022, στις 14:46.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας