Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σιβαϊσμός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
σιβαϊσμ
ός
η
σιβαϊσμ
ή
το
σιβαϊσμ
ό
γενική
του
σιβαϊσμ
ού
της
σιβαϊσμ
ής
του
σιβαϊσμ
ού
αιτιατική
τον
σιβαϊσμ
ό
τη
σιβαϊσμ
ή
το
σιβαϊσμ
ό
κλητική
σιβαϊσμ
έ
σιβαϊσμ
ή
σιβαϊσμ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
σιβαϊσμ
οί
οι
σιβαϊσμ
ές
τα
σιβαϊσμ
ά
γενική
των
σιβαϊσμ
ών
των
σιβαϊσμ
ών
των
σιβαϊσμ
ών
αιτιατική
τους
σιβαϊσμ
ούς
τις
σιβαϊσμ
ές
τα
σιβαϊσμ
ά
κλητική
σιβαϊσμ
οί
σιβαϊσμ
ές
σιβαϊσμ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
σιβαϊσμός
<
Σίβα
+
-ισμός
Επίθετο
επεξεργασία
σιβαϊσμός
θρησκεία
των Ινδών με ύψιστο θέο τον
Σίβα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σιβαϊσμός