σησαμόεις
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σησαμόεις < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίασησαμόεις, -εσσα, -εν
- (γαστρονομία, γλυκό) παρασκευασμένος με σουσάμι, σουσαμένιος
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, De affectionibus, 47, p.258, @scaife.perseus
- Τὰ λιπαρὰ καὶ τὰ πίονα, καὶ τὰ τυρώδεα καὶ μελιτώδεα, καὶ τὰ σησαμόεντα ὀξυρεγμίην μάλιστα παρέχει καὶ χολέρην καὶ στρόφον καὶ φῦσαν καὶ πλησμονήν· ποιέει δὲ τοῦτο αὐτὸ καὶ ὅταν πλείω τις φάγῃ ἢ πίῃ ἢ ὅσα οἵη τε πέψαι ἡ κοιλίη.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἱπποκράτης, De affectionibus, 47, p.258, @scaife.perseus
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- σησαμόεις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.