σεληνογραφικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- σεληνογραφικός < σεληνογραφ(ία) + -ικός
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /se.li.no.ɣɾa.fiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σε‐λη‐νο‐γρα‐φι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίασεληνογραφικός, -ή, -ό
- που σχετίζεται με την σεληνογραφία
Μεταφράσεις
επεξεργασία σεληνογραφικός
|