Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σανατορικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
σανατορικ
ός
η
σανατορικ
ή
το
σανατορικ
ό
γενική
του
σανατορικ
ού
της
σανατορικ
ής
του
σανατορικ
ού
αιτιατική
τον
σανατορικ
ό
τη
σανατορικ
ή
το
σανατορικ
ό
κλητική
σανατορικ
έ
σανατορικ
ή
σανατορικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
σανατορικ
οί
οι
σανατορικ
ές
τα
σανατορικ
ά
γενική
των
σανατορικ
ών
των
σανατορικ
ών
των
σανατορικ
ών
αιτιατική
τους
σανατορικ
ούς
τις
σανατορικ
ές
τα
σανατορικ
ά
κλητική
σανατορικ
οί
σανατορικ
ές
σανατορικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
σανατορικός
<
σανατόριο
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
σανατορικός
που έχει
σχέση
με το
σανατόριο
, ανήκει ή αναφέρεται σ’ αυτό
Άλλες μορφές
επεξεργασία
σανατοριακός
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
σανατόριο
Μεταφράσεις
επεξεργασία
σανατορικός