• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ρίμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρίμα οι ρίμες
      γενική της ρίμας των ριμών
    αιτιατική τη ρίμα τις ρίμες
     κλητική ρίμα ρίμες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ρίμα < (άμεσο δάνειο) ιταλική rima < γαλλική rime < πρωτογερμανική *rīmą (υπολογισμός, αριθμός) < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *rēy- / *rī- (μετρώ, προσθέτω)

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈɾi.ma/
ομόηχο: ρήμα

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ρίμα θηλυκό

  • η ομοιοκαταληξία

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • ριμαδόρος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ρίμα

→ δείτε τη λέξη ομοιοκαταληξία

Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ρίμα&oldid=5290911"
Τελευταία επεξεργασία στις 30 Σεπτεμβρίου 2021, στις 22:22

Γλώσσες

    • Português
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 30 Σεπτεμβρίου 2021, στις 22:22.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie