Δείτε επίσης: Πύλων, πυλῶν

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

πυλών θηλυκό



 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική πυλών οἱ πυλῶνες
      γενική τοῦ πυλῶνος τῶν πυλώνων
      δοτική τῷ πυλῶν τοῖς πυλῶσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν πυλῶν τοὺς πυλῶνᾰς
     κλητική ! πυλών πυλῶνες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  πυλῶνε
γεν-δοτ τοῖν  πυλώνοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'χειμών' όπως «χειμών» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
πυλών < πύλ(η) + -ών

Ουσιαστικό

επεξεργασία