Δείτε επίσης: προγράφω

Ετυμολογία

επεξεργασία

προδιαγράφω, αόρ.: προδιέγραψα, παθ.φωνή: προδιαγράφομαι, π.αόρ.: προδιαγράφτηκα/προδιαγράφηκα, μτχ.π.π.: προδιαγραμμένος/προδιαγεγραμμένος [2]

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

 και δείτε τις λέξεις διαγράφω και γράφω

Παθητική φωνή λείπει η κλίση

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. προδιαγράφω - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
  2. Ιορδανίδου, Άννα (1998, 8η έκδ.). Τα ρήματα της νέας ελληνικής. Αθήνα: Πατάκης (©1991, 1η έκδοση:1992).