προγναθία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- προγναθία < προ- + γνάθος + -ία < αρχαία ελληνική γνάθος (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική prognathisme < prognathe < αρχαία ελληνική γνάθος)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /pɾo.ɣnaˈθi.a/
Ουσιαστικό επεξεργασία
προγναθία θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη γνάθος
Μεταφράσεις επεξεργασία
προγναθία
|