πολυκομματικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πολυκομματικός < πολύς + κομματικός
Επίθετο επεξεργασία
πολυκομματικός, -ή, -ό
- σχετικός με πολλά πολιτικά κόμματα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πολυκομματικός