Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ποιῶν
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
ποίων
,
ποιων
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
↓
πτώσεις
ενικός
ονομαστική
ὁ
ποιῶν
ἡ
ποιοῦσ
ᾰ
τὸ
ποιοῦν
γενική
τοῦ
ποιοῦντ
ος
τῆς
ποιούσ
ης
τοῦ
ποιοῦντ
ος
δοτική
τῷ
ποιοῦντ
ῐ
τῇ
ποιούσ
ῃ
τῷ
ποιοῦντ
ῐ
αιτιατική
τὸν
ποιοῦντ
ᾰ
τὴν
ποιοῦσ
ᾰν
τὸ
ποιοῦν
κλητική
ὦ
!
ποιῶν
ποιοῦσ
ᾰ
ποιοῦν
↓
πτώσεις
πληθυντικός
ονομαστική
οἱ
ποιοῦντ
ες
αἱ
ποιοῦσ
αι
τὰ
ποιοῦντ
ᾰ
γενική
τῶν
ποιούντ
ων
τῶν
ποιουσ
ῶν
τῶν
ποιούντ
ων
δοτική
τοῖς
ποιοῦ
σῐ
(
ν
)
ταῖς
ποιούσ
αις
τοῖς
ποιοῦ
σῐ
(
ν
)
αιτιατική
τοὺς
ποιοῦντ
ᾰς
τὰς
ποιούσ
ᾱς
τὰ
ποιοῦντ
ᾰ
κλητική
ὦ
!
ποιοῦντ
ες
ποιοῦσ
αι
ποιοῦντ
ᾰ
δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ
τὼ
ποιοῦντ
ε
τὼ
ποιούσ
ᾱ
τὼ
ποιοῦντ
ε
γεν-δοτ
τοῖν
ποιούντ
οιν
τοῖν
ποιούσ
αιν
τοῖν
ποιούντ
οιν
3η&1η κλίση
,
Κατηγορία 'ποιῶν'
όπως «
ποιῶν
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
ποιῶν, -οῦσα, -οῦν
συνηρημένη
μετοχή
ενεργητικού
ενεστώτα
του ρήματος
ποιῶ
άλλες μορφές:
ασυναίρετη:
ποιέων
του
ποιέω