Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία

ποιοῦντας

  • αιτιατική πληθυντικού της μετοχής ποιῶν (μετοχή ενεργ. ενεστώτα του ρήματος ποιέω)
→ δείτε τη λέξη  ποιέω
  • αιτιατική πληθυντικού της μετοχής ποιῶν (μετοχή ενεργ. ενεστώτα του ρήματος ποιόω)
→ δείτε τη λέξη  ποιόω