Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ποδοκίνητος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ποδοκίνητ
ος
η
ποδοκίνητ
η
το
ποδοκίνητ
ο
γενική
του
ποδοκίνητ
ου
της
ποδοκίνητ
ης
του
ποδοκίνητ
ου
αιτιατική
τον
ποδοκίνητ
ο
την
ποδοκίνητ
η
το
ποδοκίνητ
ο
κλητική
ποδοκίνητ
ε
ποδοκίνητ
η
ποδοκίνητ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ποδοκίνητ
οι
οι
ποδοκίνητ
ες
τα
ποδοκίνητ
α
γενική
των
ποδοκίνητ
ων
των
ποδοκίνητ
ων
των
ποδοκίνητ
ων
αιτιατική
τους
ποδοκίνητ
ους
τις
ποδοκίνητ
ες
τα
ποδοκίνητ
α
κλητική
ποδοκίνητ
οι
ποδοκίνητ
ες
ποδοκίνητ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ποδοκίνητος
<
πόδ(ι)
+
-ο-
+
-κίνητος
Επίθετο
επεξεργασία
ποδοκίνητος
που λειτουργεί με την
κίνηση
των
ποδιών
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ποδοκίνητος