πλειστόκαινο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- πλειστόκαινο < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική Pleistocene < αρχαία ελληνική πλεῖστος + καινός
Ουσιαστικό επεξεργασία
πλειστόκαινο ουδέτερο
- (γεωλογία) η γεωλογική περίοδος από το 2.588.000 π.Χ. ως το 11.700 π.Χ. (πριν από το ολόκαινο και μετά από το πλειόκαινο)
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- πλειστοκαινικός
- πλειστόκαινος
- → δείτε τις λέξεις πλείστος και καινός
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
πλειστόκαινο
|