πεντάδιπλος
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- πεντάδιπλος < πεντά- + διπλός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
ΕπίθετοΕπεξεργασία
πεντάδιπλος, -η, -ο
Επεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
πεντάδιπλος
|