παντόγραμμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- παντόγραμμα < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική pangram < αρχαία ελληνική πᾶς + γράμμα
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπαντόγραμμα ουδέτερο
- (νεολογισμός) σύντομη πρόταση που περιλαμβάνει όλα τα γράμματα του αλφαβήτου μιας γλώσσας, τουλάχιστον από μία φορά το καθένα
- Η αγγλική φράση «The quick brown fox jumps over the lazy dog» είναι ένα παντόγραμμα της αγγλικής γλώσσας.
- Στα ελληνικά, ένα παντόγραμμα που το βρίσκει κανείς και στη Βικιπαίδεια, είναι το «Ξεσκεπάζω την ψυχοφθόρο βδελυγμία», που έχει 30 γράμματα, πολύ κοντά στα 24 που είναι το απόλυτο μίνιμουμ του ελληνικού αλφαβήτου. (*)