Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ουροχολίνη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ουροχολίν
η
οι
ουροχολίν
ες
γενική
της
ουροχολίν
ης
των
ουροχολιν
ών
αιτιατική
την
ουροχολίν
η
τις
ουροχολίν
ες
κλητική
ουροχολίν
η
ουροχολίν
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ουροχολίνη
<
ούρο
+
χολίνη
(
χολή
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ουροχολίνη
θηλυκό
ουσία που παράγεται από το
ουροχολινογόνο
και δίνει στα
ούρα
το χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα τους
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ουροχολίνη
αγγλικά
:
urobilin
(en)
γαλλικά
:
urobiline
(fr)