ουρανοθέμελο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /u.ɾa.noˈθe.me.lo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ου‐ρα‐νο‐θέ‐με‐λο
Ουσιαστικό επεξεργασία
ουρανοθέμελο ουδέτερο
- (λογοτεχνικό) (συνήθως στον πληθυντικό: ουρανοθέμελα) το θεμέλιο του ουρανού και (κατ’ επέκταση) ο ουρανός, ο ορίζοντας
- ※ Ἡ ἀνατολὴ γλυκόφεγγε πάνου ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ βουνά, ποὺ ἔκρυβαν τὰ οὐρανοθέμελα.
- Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα
- ※ Ἡ ἀνατολὴ γλυκόφεγγε πάνου ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ βουνά, ποὺ ἔκρυβαν τὰ οὐρανοθέμελα.
Μεταφράσεις επεξεργασία
ουρανοθέμελο
|
Πηγές επεξεργασία
- ουρανοθέμελο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ουρανοθέμελα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ουρανοθέμελα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)