• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ουζοπότης

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Δείτε επίσης
      • 1.2.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ουζοπότης οι ουζοπότες
      γενική του ουζοπότη των ουζοποτών
    αιτιατική τον ουζοπότη τους ουζοπότες
     κλητική ουζοπότη ουζοπότες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ουζοπότης < ούζο + -ο- + πότης

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ουζοπότης αρσενικό

  • κάποιος που επιδίδεται σε ουζοποσία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ουζοποσία
  • → δείτε τις λέξεις ούζο και πίνω

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • οινοπότης

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ουζοπότης
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ουζοπότης&oldid=5679249"
Τελευταία επεξεργασία στις 24 Απριλίου 2023, στις 19:14

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 24 Απριλίου 2023, στις 19:14.
      • Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας