Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ολοΐσκιωτος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ολοΐσκιωτ
ος
η
ολοΐσκιωτ
η
το
ολοΐσκιωτ
ο
γενική
του
ολοΐσκιωτ
ου
της
ολοΐσκιωτ
ης
του
ολοΐσκιωτ
ου
αιτιατική
τον
ολοΐσκιωτ
ο
την
ολοΐσκιωτ
η
το
ολοΐσκιωτ
ο
κλητική
ολοΐσκιωτ
ε
ολοΐσκιωτ
η
ολοΐσκιωτ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ολοΐσκιωτ
οι
οι
ολοΐσκιωτ
ες
τα
ολοΐσκιωτ
α
γενική
των
ολοΐσκιωτ
ων
των
ολοΐσκιωτ
ων
των
ολοΐσκιωτ
ων
αιτιατική
τους
ολοΐσκιωτ
ους
τις
ολοΐσκιωτ
ες
τα
ολοΐσκιωτ
α
κλητική
ολοΐσκιωτ
οι
ολοΐσκιωτ
ες
ολοΐσκιωτ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ολοΐσκιωτος
<
ολο-
+
ίσκιος
+
-ωτος
Επίθετο
επεξεργασία
ολοΐσκιωτος
ο
κατάσκιος
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ολόσκιωτος
ολοήσκιωτος
ολόσκιος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
όλο
και
σκιά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ολοΐσκιωτος
→
δείτε
τη λέξη
κατάσκιος