Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οικογενειοκρατούμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
οικογενειοκρατούμεν
ος
η
οικογενειοκρατούμεν
η
το
οικογενειοκρατούμεν
ο
γενική
του
οικογενειοκρατούμεν
ου
της
οικογενειοκρατούμεν
ης
του
οικογενειοκρατούμεν
ου
αιτιατική
τον
οικογενειοκρατούμεν
ο
την
οικογενειοκρατούμεν
η
το
οικογενειοκρατούμεν
ο
κλητική
οικογενειοκρατούμεν
ε
οικογενειοκρατούμεν
η
οικογενειοκρατούμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
οικογενειοκρατούμεν
οι
οι
οικογενειοκρατούμεν
ες
τα
οικογενειοκρατούμεν
α
γενική
των
οικογενειοκρατούμεν
ων
των
οικογενειοκρατούμεν
ων
των
οικογενειοκρατούμεν
ων
αιτιατική
τους
οικογενειοκρατούμεν
ους
τις
οικογενειοκρατούμεν
ες
τα
οικογενειοκρατούμεν
α
κλητική
οικογενειοκρατούμεν
οι
οικογενειοκρατούμεν
ες
οικογενειοκρατούμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
οικογενειοκρατούμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
οικογενειοκρατούμαι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οικογενειοκρατούμενος