Ετυμολογία

επεξεργασία
ξεντύνω < ξε- + ντύνω

ξεντύνω, αόρ.: ξέντυσα, παθ.φωνή: ξεντύνομαι, π.αόρ.: ξεντύθηκα, μτχ.π.π.: ξεντυμένος

Συνώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία