νομοεπιθεώρησις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίακαθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση) | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | νομοεπιθεώρησις | αἱ | νομοεπιθεωρήσεις | ||||
γενική | τῆς | νομοεπιθεωρήσεως | τῶν | νομοεπιθεωρήσεων | ||||
δοτική | τῇ | νομοεπιθεωρήσει | ταῖς | νομοεπιθεωρήσεσι(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | νομοεπιθεώρησιν | τὰς | νομοεπιθεωρήσεις | ||||
κλητική ὦ! | νομοεπιθεώρησι | νομοεπιθεωρήσεις | ||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- νομοεπιθεώρησις < νομ(ός) + -ο- + ἐπιθεώρησις
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /no.mo.e.pi.θeˈo.ɾi.sis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : νο‐μο‐ε‐πι‐θε‐ώ‐ρη‐σις
Ουσιαστικό
επεξεργασίανομοεπιθεώρησις θηλυκό
- (σπάνιο) υπηρεσία επιθεώρησης η οποία έχει αρμοδιότητες σε επίπεδο νομού
- ※ Ἐπὶ τῇ προτάσει τοῦ Ἡμετέρου Ὺπουργοῦ τῶν Στρατιωτικῶν εὐαρεστούμεθα νὰ μεταθέσωμεν τὸν Ὑποστράτηγον [όνομα] ἀπὸ τὴν στρατιωτικὴν Νομοεπιθεώρησιν Ἀρκαδίας εἰς τὴν στρατιωτικὴν Νομοεπιθεώρησιν Ἀργολιδοκορινθίας.
- Διάταγμα Περί Νομοεπιθεωρήσεων, Εφημερίς της Κυβερνήσεως του Βασιλείου της Ελλάδος, αριθμός 22, 23 Αυγούστου 1845, σελ. 106. @google.books
- ※ Ἐπὶ τῇ προτάσει τοῦ Ἡμετέρου Ὺπουργοῦ τῶν Στρατιωτικῶν εὐαρεστούμεθα νὰ μεταθέσωμεν τὸν Ὑποστράτηγον [όνομα] ἀπὸ τὴν στρατιωτικὴν Νομοεπιθεώρησιν Ἀρκαδίας εἰς τὴν στρατιωτικὴν Νομοεπιθεώρησιν Ἀργολιδοκορινθίας.