νομαρχιακή
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- νομαρχιακή < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου νομαρχιακός
Ουσιαστικό επεξεργασία
νομαρχιακή θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
νομαρχιακή
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
νομαρχιακή
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του νομαρχιακός