Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
νεφριδικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
νεφρικός
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
νεφριδικ
ός
η
νεφριδικ
ή
το
νεφριδικ
ό
γενική
του
νεφριδικ
ού
της
νεφριδικ
ής
του
νεφριδικ
ού
αιτιατική
τον
νεφριδικ
ό
τη
νεφριδικ
ή
το
νεφριδικ
ό
κλητική
νεφριδικ
έ
νεφριδικ
ή
νεφριδικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
νεφριδικ
οί
οι
νεφριδικ
ές
τα
νεφριδικ
ά
γενική
των
νεφριδικ
ών
των
νεφριδικ
ών
των
νεφριδικ
ών
αιτιατική
τους
νεφριδικ
ούς
τις
νεφριδικ
ές
τα
νεφριδικ
ά
κλητική
νεφριδικ
οί
νεφριδικ
ές
νεφριδικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
νεφριδικός
<
νεφρίδιο
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
νεφριδικός
που έχει
σχέση
με το
νεφρίδιο
ή αναφέρεται σ’ αυτό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
νεφριδικός