Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο νευροπλοηγός οι νευροπλοηγοί
      γενική του νευροπλοηγού των νευροπλοηγών
    αιτιατική τον νευροπλοηγό τους νευροπλοηγούς
     κλητική νευροπλοηγέ νευροπλοηγοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

νευροπλοηγός (νεολογισμός) < νευρο- + πλοηγός, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική neuronavigator < neuro- + navigator

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ne.vɾo.plo.iˈɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: νευ‐ρο‐πλο‐η‐γός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

νευροπλοηγός αρσενικό

  • (τεχνολογία, ιατρική) όργανο πλοήγησης σε νευροχειρουργική επέμβαση που βοηθάει στη διεγχειρητική απεικόνιση
    ※  ο νευροπλοηγός χρησιμοποιεί την τριών διαστάσεων (3D) μαγνητική ή αξονική τομογραφία του ασθενούς για να πλοηγηθεί στο χειρουργικό στόχο. Προσομοιάζει επομένως το σύστημα μία "συσκευή GPS" με την οποία χαρτογραφείται ο εγκέφαλος και καθορίζονται οι ακριβείς συντεταγμένες της θέσης της βλάβης (συνηθέστερα ενός όγκου) που καλείται να αφαιρέσει ο νευροχειρουργός.
    Σύστημα Νευροπλοήγησης, www.neuronaccess.gr πρόσβαση:2022.03.08.

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τις λέξεις νεύρο και πλοηγός

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία