↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νευροβλάστη οι νευροβλάστες
      γενική της νευροβλάστης των νευροβλαστών
    αιτιατική τη νευροβλάστη τις νευροβλάστες
     κλητική νευροβλάστη νευροβλάστες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
νευροβλάστη < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική neuroblast < αρχαία ελληνική νεῦρον + βλάστη / βλαστός

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

νευροβλάστη θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • νευροβλάστη - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία