Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο νευροαναπτυξιακός η νευροαναπτυξιακή το νευροαναπτυξιακό
      γενική του νευροαναπτυξιακού της νευροαναπτυξιακής του νευροαναπτυξιακού
    αιτιατική τον νευροαναπτυξιακό τη νευροαναπτυξιακή το νευροαναπτυξιακό
     κλητική νευροαναπτυξιακέ νευροαναπτυξιακή νευροαναπτυξιακό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι νευροαναπτυξιακοί οι νευροαναπτυξιακές τα νευροαναπτυξιακά
      γενική των νευροαναπτυξιακών των νευροαναπτυξιακών των νευροαναπτυξιακών
    αιτιατική τους νευροαναπτυξιακούς τις νευροαναπτυξιακές τα νευροαναπτυξιακά
     κλητική νευροαναπτυξιακοί νευροαναπτυξιακές νευροαναπτυξιακά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

νευροαναπτυξιακός < νευροανάπτυξη + -ακός

  Επίθετο επεξεργασία

νευροαναπτυξιακός

  Μεταφράσεις επεξεργασία