νήριτος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ/ἡ | νήριτος | τὸ | νήριτον | ||
γενική | τοῦ/τῆς | νηρίτου | τοῦ | νηρίτου | ||
δοτική | τῷ/τῇ | νηρίτῳ | τῷ | νηρίτῳ | ||
αιτιατική | τὸν/τὴν | νήριτον | τὸ | νήριτον | ||
κλητική ὦ! | νήριτε | νήριτον | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
ονομαστική | οἱ/αἱ | νήριτοι | τὰ | νήριτᾰ | ||
γενική | τῶν | νηρίτων | τῶν | νηρίτων | ||
δοτική | τοῖς/ταῖς | νηρίτοις | τοῖς | νηρίτοις | ||
αιτιατική | τοὺς/τὰς | νηρίτους | τὰ | νήριτᾰ | ||
κλητική ὦ! | νήριτοι | νήριτᾰ | ||||
δυϊκός | ||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | νηρίτω | τὼ | νηρίτω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | νηρίτοιν | τοῖν | νηρίτοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'δύσκολος' όπως «δύσκολος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
επεξεργασία- νήριτος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίανήριτος, -ος, -ον
- αναρίθμητος, απειράριθμος
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 511 (509-511)
- πολλὰς δὲ δρῦς ὑψικόμους ἐλάτας τε παχείας | οὔρεος ἐν βήσσῃς πιλνᾷ χθονὶ πουλυβοτείρῃ | ἐμπίπτων, καὶ πᾶσα βοᾷ τότε νήριτος ὕλη·
- Πολλές βελανιδιές ψηλόκορφες κι έλατα ογκώδη | μες στα φαράγγια του βουνού τα ρίχνει κάτω στην πολύτροφη γη | σαν πέφτει πάνω τους. Κι όλο το δάσος τότε το απέραντο βοά.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- πολλὰς δὲ δρῦς ὑψικόμους ἐλάτας τε παχείας | οὔρεος ἐν βήσσῃς πιλνᾷ χθονὶ πουλυβοτείρῃ | ἐμπίπτων, καὶ πᾶσα βοᾷ τότε νήριτος ὕλη·
- ≈ συνώνυμα: νήριθμος, ἀνάριθμος, ἄπειρος
- ※ 7ος πκε αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 511 (509-511)
- (το ουδέτερο ως κύριο όνομα) (Νήριτον) βουνό στην Ιθάκη
Σύνθετα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- νήριτος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- νήριτος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.