μπλανέτα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μπλανέτα < ίσως προέλευσης από την υστερολατινική plana (από κάποιο παράγωγό της) < λατινική planus
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /blaˈne.ta/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μπλα‐νέ‐τα
Επίρρημα επεξεργασία
μπλανέτα
- (ιδιωματικό) σανίδα του σαμαριού
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- Αγγελική Ράλλη (2017), Λεξικό διαλεκτικής ποικιλίας Κυδωνιών, Μοσχονησίων & Βορειοανατολικής Λέσβου. Παλλήνη: Ελληνικό Ίδρυμα Ιστορικών Μελετών [ΙΔΙΣΜΕ]. ISBN 978-960-9789-06-6, σελ. 206.