Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο μινιμαλιστής οι μινιμαλιστές
      γενική του μινιμαλιστή των μινιμαλιστών
    αιτιατική τον μινιμαλιστή τους μινιμαλιστές
     κλητική μινιμαλιστή μινιμαλιστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μινιμαλιστής < μινιμαλισμός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μινιμαλιστής αρσενικό μινιμαλίστρια θηλυκό

Συγγενικά επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

(σε κάποιες έννοιες)

  Μεταφράσεις επεξεργασία